nelester:
Να ζεσταίνομαι απ' την φωτιά που έχει πέσει να με κάψει. Απόψε η στάχτη θα σημάνει τη γέννηση ενός νέου ταξιδιού στον ίδιον χάρτη.
nelester:
Ὅταν τέλος, ὕστερα ἀπὸ χρόνια ξαναγύρισα…δὲ βρῆκα παρὰ τοὺς ἴδιους ἔρημους δρόμους,τὸ ἴδιο καπνοπωλεῖο στὴ γωνιά…Κι ὁλόκληρο τὸ ἄγνωστο τὴν ὥρα ποὺ βραδιάζει
nelester:
*Ίσως να είχαν δίκιο που έβαλαν την αγάπη στα βιβλία. Ίσως γιατί δε θα μπορούσε να ζει πουθενά αλλού.*
nelester:
– Τι βλέπεις, παππού; ρώτησε παραξενεμένος.– Τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται, παιδί μου, αποκρίθηκε· τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται…– Μη θλίβεσαι, παππού, ξέρει αυτή που πάει, κατά τη θάλασσα· όλες οι ζωές του κόσμου κατακεί πάνε, παππούλη.
nelester:
Μετά από πενήντα, εκατό χρόνια θα ήθελα να μου δινόταν το προνόμιο να βγάλω μέσα από ένα παράθυρο το κεφάλι μου Να ρωτήσω με μια διακριτικότητα απέραντη Να μου πουν αν χρειάστηκε στο μεταξύ η αγάπη μου στον κόσμο.
nelester:
Να σ'αγναντεύω, θάλασσα να μη χορταίνω απ' το βουνό ψηλά στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω απ' τα μαλάματά σου τα πολλά.
nelester:
Μόνο σκοτάδια κρύβεις μέσα σου, γυναίκα μακρινή, δική μου κι από το βλέμμα σου αναδύεται καμιά φορά η ακτή του τρόμου.